Επιδημιολογική επιτήρηση της νόσου COVID-19 στην Ελλάδα: χαρακτηριστικά συστημάτων επιτήρησης, κύρια αποτελέσματα και κριτική θεώρηση.
Epidemiological surveillance of the COVID-19 disease in Greece: characteristics of surveillance systems, main results and critical review.
Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία
Author
Κοκκινοβράχου, Μαρία
Date
2023-09-29Advisor
Papamichail, DimitriosKeywords
Επιδημιολογική επιτήρηση ; COVID-19 ; Ελλάδα ; Ποιότητα δεδομένων ; Πληρότητα καταγραφής ; Διαθεσιμότητα δεδομένων ; Δημόσια Υγεία ; Πολιτικές υγείας ; Public health policies ; Pandemic ; Public health ; Epidemiological surveillance ; Data quality ; Record completeness ; Data availabilityAbstract
Εισαγωγή: Η πανδημία της νόσου COVID-19 έχει διαταράξει βαθύτατα την
κανονικότητα της λειτουργίας των σύγχρονων κοινωνιών. Για την άμβλυνση του
αντίκτυπου της πανδημίας έχει εφαρμοστεί μια σειρά μέτρων δημόσιας υγείας, όπως η
κοινωνική αποστασιοποίηση, τα καθολικά «lockdowns» και οι εμβολιασμοί. Ωστόσο, για
την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς τους και τη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων
είναι απαραίτητη η συλλογή ποιοτικών δεδομένων από ένα αποδοτικό σύστημα
επιδημιολογικής επιτήρησης. Τα δεδομένα οφείλουν να ακολουθούν τις κατευθυντήριες
οδηγίες των διεθνών οργανισμών δημόσιας υγείας και να είναι πλήρη και διαθέσιμα στην
επιστημονική κοινότητα και το ευρύ κοινό. Η διασφάλιση των χαρακτηριστικών αυτών
της επιδημιολογικής πληροφορίας είναι ύψιστης σημασίας για την διενέργεια
στοχευμένων αναλύσεων και τον έγκαιρο εντοπισμό ιδιαιτεροτήτων στην εξάπλωση της
νόσου και ανισοτήτων στην κατανομή της θνητότητας και του φορτίου νοσηρότητας σε
ειδικές ομάδες πληθυσμού και σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές.
Σκοπός: Η μελέτη αποσκοπεί να αποτυπώσει τα χαρακτηριστικά του συστήματος
επιδημιολογικής επιτήρησης της νόσου COVID-19 στην Ελλάδα και να αξιολογήσει τόσο
την πληρότητα καταγραφής των δεδομένων του στις εκθέσεις επιδημιολογικής επιτήρησης
του ΕΟΔΥ βάσει των διεθνών κατευθυντήριων οδηγιών, όσο και τη διαθεσιμότητά τους.
Μεθοδολογία: Αναζητήθηκαν πληροφορίες από επίσημες δημοσιευμένες πηγές για τη
στρατηγική επιτήρησης της νόσου που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα. Πραγματοποιήθηκε
αναδρομική ανάλυση των εκθέσεων επιδημιολογικής επιτήρησης που ανακοινώνονταν
από τον ΕΟΔΥ κατά τη διάρκεια της πανδημίας έως τον Οκτώβριο του 2022 και
αναζητήθηκε η καταγραφή δεδομένων για συγκεκριμένες μεταβλητές που συστήνονταν
από τους διεθνείς οργανισμούς. Επίσης, με αναζήτηση σε πρόσθετες πηγές δεδομένων
επιδημιολογικής επιτήρησης της νόσου COVID-19, στην Ελλάδα αποτιμήθηκε η
διαθεσιμότητα της επιδημιολογικής πληροφορίας.
Αποτελέσματα: Στην Ελλάδα εφαρμόστηκε κυρίως παθητικό σύστημα επιτήρησης της
νόσου COVID-19. Η πληρότητα καταγραφής δεδομένων επιδημιολογικής επιτήρησης
κρίθηκε ικανοποιητική για τα συγκεντρωτικά στοιχεία των μεταβλητών: κρούσματα,
θάνατοι, νοσηλείες σε ΜΕΘ/μηχανικός αερισμός, αριθμός διαγνωστικών ελέγχων. Η
πληρότητα καταγραφής συγκεντρωτικών δεδομένων για τις νοσηλείες κρουσμάτων και τα
εξιτήρια ήταν αρχικά πολύ χαμηλή, ωστόσο παρουσίασε τάση βελτίωσης κατά τη διάρκειαii
της πανδημίας. Η διαστρωμάτωση για την ηλικία και το φύλο στα κρούσματα, τους
θανάτους και τις νοσηλείες σε ΜΕΘ/μηχανικός αερισμός ήταν ικανοποιητική, αλλά
παρατηρήθηκε ότι ήταν ελλιπής για άλλες σημαντικές υποκατηγορίες διαστρωμάτωσης
όπως η γεωγραφική περιοχή (όσον αφορά τους θανάτους), το υγειονομικό προσωπικό, οι
δομές μακροχρόνιας φροντίδας, το εργασιακό περιβάλλον, ειδικά περιβάλλοντα και
ευάλωτοι πληθυσμοί. Η διαθεσιμότητα της πληροφορίας για τις μεταβλητές και τις
υποκατηγορίες τους με ικανοποιητική πληρότητα καταγραφής ήταν σε γενικές γραμμές
πολύ καλή. Ωστόσο, περιοριζόταν για τις υπόλοιπες μεταβλητές, και για τις υποκατηγορίες
αυτών με προβληματική πληρότητα καταγραφής δεδομένων.
Συμπέρασμα: Το σύστημα επιτήρησης της νόσου COVID-19 στην Ελλάδα παρουσίασε
ορισμένες σημαντικές αδυναμίες. Η ουσιαστική απουσία ενεργητικών μεθόδων
επιτήρησης ενδεχομένως εμπόδισε την ακριβή και πλήρη αποτύπωση της εξάπλωσης της
πανδημίας στον πληθυσμό. Επίσης, σημειώθηκαν ελλείμματα στην πληρότητα
καταγραφής και περιορισμοί στη διαθεσιμότητα δεδομένων για σημαντικές μεταβλητές
και υποκατηγορίες τους. Οι παραπάνω αδυναμίες συνολικά συμβάλλουν στον μη έγκαιρο
εντοπισμό τόσο των ομάδων κινδύνου όσο και αστοχιών του συστήματος υγείας. Αυτό
έχει ως αποτέλεσμα τόσο την βραδύτητα στη λήψη στοχευμένων μέτρων αντιμετώπισης
της πανδημίας και προστασίας ειδικών πληθυσμών όσο και την καθυστέρηση στην
εφαρμογή διορθωτικών ενεργειών για την αύξηση της αποτελεσματικότητας του
συστήματος και εν τέλει την προστασία του πληθυσμού. Οι ανωτέρω περιορισμοί
αποτελούν επιπρόσθετα τροχοπέδη για ειδικότερες επιστημονικές αναλύσεις και εξαγωγή
συμπερασμάτων με σκοπό τη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων για την υιοθέτηση των
ενδεδειγμένων μέτρων αντίδρασης.
Abstract
Introduction: The COVID-19 pandemic has profoundly disrupted modern societies.
Several public health policies have been implemented to mitigate the impact of the
pandemic, such as social distancing, universal lockdowns and vaccination programs.
However, in order to evaluate the effectiveness of such measures and make informed
decisions, it is necessary to record quality data through an efficient epidemiological
surveillance system. These data must comply with the guidelines of international public
health organizations. Furthermore, they need to be complete and available to the scientific
community and the general public. Ensuring these characteristics is of utmost importance
for conducting targeted analyses to detect promptly inequalities in the distribution of
fatality and disease burden in specific population groups and geographical regions.
Scope: The study aims to describe the characteristics of the epidemiological surveillance
system of the disease COVID-19 in Greece and to evaluate both the completeness of the
data recorded in the surveillance overview of NPHO, based on international guidelines, as
well as their availability.
Methodology: Relevant information on the COVID-19 surveillance strategy implemented
in Greece was sought and collected from official published sources. A retrospective
analysis of the epidemiological surveillance reports published by NPHO during the
pandemic until October 2022 was carried out. In particular, these reports were examined
for data on specific variables, recommended by international organizations. Moreover, the
availability of surveillance data was assessed by examining additional potential data
sources.
Results: Passive surveillance was the main surveillance system that was implemented in
Greece. The completeness of surveillance data was considered satisfactory for the
aggregated data on the variables: cases, deaths, hospitalizations in ICU/mechanical
ventilation, number of diagnostic tests performed. The completeness of aggregated data on
case hospitalizations and discharges was initially very low, but it improved over the course
of the pandemic. The stratification for age and gender of cases, deaths and ICU/mechanical
ventilation admissions was satisfactory, but there were severe gaps for other important
stratification subcategories such as geographical region (for deaths), healthcare personnel,
long-term care facilities, workplace setting, special settings and vulnerable populations.
The availability of data on the variables and their subcategories with satisfactoryiv
completeness was generally very good. However, it was limited for the remaining variables
and their subcategories with completeness gaps.
Conclusion: The surveillance system for COVID-19 in Greece presented some significant
weaknesses. The absence of active surveillance methods may have prevented an accurate
and complete estimate of the spread of the disease in the population. There were also gaps
in data completeness and limitations in the availability of important variables and their
subcategories. These weaknesses altogether play a part in failing to promptly identify both
risk groups and failures of the health system. This delays the adoption of targeted response
measures and protection policies, as well as the implementation of corrective actions to
increase system efficiency and ultimately protect the population. The aforementioned
limitations also hinder potential specific scientific analyses in order to draw conclusions
and make informed decisions for appropriate public health response measures.