Εμφάνιση απλής εγγραφής

Μέθοδοι προσδιορισμού παραισθησιογόνων και εξαρτησιογόνων ουσιών σε κλινικά δείγμα και σε δείγματα τροφίμων

dc.contributor.advisorΤράπαλη, Μαρία
dc.contributor.authorΤσαπρούνη, Δέσποινα - Ιωάννα
dc.date.accessioned2021-10-21T11:21:31Z
dc.date.available2021-10-21T11:21:31Z
dc.date.issued2021-10-20
dc.identifier.urihttps://polynoe.lib.uniwa.gr/xmlui/handle/11400/1397
dc.identifier.urihttp://dx.doi.org/10.26265/polynoe-1248
dc.description.abstractΟι παραισθησιογόνες και εξαρτησιογόνες ουσίες αποτελούν ουσίες που χρησιμοποιούνται από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα. Οι ουσίες αυτές ελκύουν το άτομο σε πολλαπλές χρήσεις και συγχρόνως μπορεί να του προκαλέσουν παραισθήσεις και σε μεγάλες δοσολογίες ενδέχεται να επέλθει ακόμη και ο θάνατος. Οι ουσίες αυτές χωρίζονται σε 7 βασικές κατηγορίες. Συνήθως αναφέρονται με τον όρο ναρκωτικές ουσίες καθώς περιλαμβάνονται ουσίες όπως η ηρωΐνη, η κοκαΐνη, το LSD κ.α.. Ωστόσο υπάρχουν εξαρτησιογόνα που καταναλώνονται μέσα από τα τρόφιμα. Κάποια από αυτά είναι η μυριστικίνη, η καφεΐνη, ακόμη και η ινδική κάνναβη έχει εισαχθεί σε πολλά φαγώσιμα σκευάσματα. Ο εργαστηριακός προσδιορισμός τους είναι μείζονος σημασίας, καθώς και δίνει τη δυνατότητα μελέτης της ουσίας αυτής. Επιπλέον μπορεί να ανιχνευτεί σε κλινικά δείγματα και σε δείγματα τροφίμων καλύπτοντας νομικές περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα την διαλεύκανση μιας εγκληματικής ενέργειας ή ακόμη και την επεξήγηση ενός θανάτου. Η πιο συνήθης μέθοδος προσδιορισμού των παραισθησιογόνων και εξαρτησιογόνων ουσιών είναι η HPLC. Επιπλέον, χρησιμοποιούνται και άλλες τεχνικές όπως η τριχοειδής χρωματογραφία και η ηλεκτροφόρηση. Τέλος, έχουν γίνει προσπάθειες διερεύνησης των ουσιών αυτών και σε εναλλακτικά δείγματα, όπως δείγματα μαλλιών, σιέλου και ιδρώτα. Η προσπάθεια διερεύνησης νέων μεθόδων ανάλυσης των εξαρτησιογόνων και παραισθησιογόνων ουσιών, έχει δώσει πολύ θετικά αποτελέσματα στον επιστημονικό χώρο, προσπαθώντας την ανάπτυξη ταχύτατων, οικονομικότερων και πιο αξιόπιστων μεθόδων ανάλυσης. Η συνεχής επιστημονική εξέλιξη ενδέχεται να κατορθώσει να φθάσει στο σημείο οι αναλύσεις αυτές να αποτελούν αναλύσεις ρουτίνας για το εργαστήριο. Αν και με το πέρασμα των χρόνων οι μέθοδοι προσδιορισμού των εξαρτησιογόνων και παραισθησιογόνων ουσιών έχουν βελτιωθεί αρκετά, η HPLC παραμένει μια γρήγορη και αξιόπιστη επιλογή. Η χρήση εναλλακτικών δειγμάτων, επιτρέπει να ανοιχτούν νέοι ορίζοντες που αφορούν την διερεύνηση των ουσιών αυτών και να δώσουν λύση σε πολλές αιτίες ατυχημάτων ή ακόμη και θανάτων.el
dc.format.extent96el
dc.language.isoelel
dc.publisherΠανεπιστήμιο Δυτικής Αττικήςel
dc.rightsΑναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές*
dc.rights.urihttps://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/deed.el*
dc.subjectΠαραισθησιογόναel
dc.subjectΕξαρτησιογόναel
dc.titleΜέθοδοι προσδιορισμού παραισθησιογόνων και εξαρτησιογόνων ουσιών σε κλινικά δείγμα και σε δείγματα τροφίμωνel
dc.title.alternativeMethods for the determination of hallucinogenic and addictive substances in clinical sample and food samplesel
dc.typeΠτυχιακή εργασίαel
dc.contributor.committeeKARKALOUSOS, PETROS
dc.contributor.committeeFountzoula, Christina
dc.contributor.facultyΣχολή Επιστημών Υγείας & Πρόνοιαςel
dc.contributor.departmentΤμήμα Βιοϊατρικών Επιστημώνel
dc.description.abstracttranslatedHallucinogenic and addictive substances are substances that have been used since antiquity until today. These substances attract the person to multiple uses and at the same time can cause hallucinations and in large doses may even lead to death. These substances are divided into 7 main categories. They are usually referred to as drugs as they include substances such as heroin, cocaine, LSD, etc. However, there are addictive’s that are consumed through food. Some of these are myristicin, caffeine and even cannabis has been introduced into many edible formulations. Their laboratory determination is of major importance, as well as enables the study of this substance. In addition, it can be detected in clinical specimens and food samples covering legal cases, such as the elucidation of a criminal act or even the explanation of a death. The most common method of determining hallucinogenic and addictive substances is HPLC. In addition, other techniques such as capillary chromatography and electrophoresis are used. Finally, efforts have been made to investigate these substances in alternative samples, such as hair, saliva and sweat samples. The effort to explore new methods of analysis of addictive and hallucinogenic substances, has given very positive results in the scientific field, trying to develop faster, more economical and more reliable methods of analysis. Continuous scientific development may go so far as to make these analyzes routine for the laboratory. Although over time the methods for determining addictive and hallucinogenic substances have improved considerably, HPLC remains a fast and reliable option. The use of alternative samples allows to open new horizons for the investigation of these substances and to provide a solution to many causes of accidents or even death.el


Αρχεία σε αυτό το τεκμήριο

Thumbnail

Αυτό το τεκμήριο εμφανίζεται στις ακόλουθες συλλογές

Εμφάνιση απλής εγγραφής

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές
Εκτός από όπου επισημαίνεται κάτι διαφορετικό, το τεκμήριο διανέμεται με την ακόλουθη άδεια:
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές