Εμβολιασμός κατά της λοίμωξης από τον ιό της γρίπης στην κύηση και η ανοσολογική απάντηση στο νεογνό. Η επίδραση των επαγγελματιών περιγεννητικής φροντίδας στη λήψη απόφασης.
Influenza vaccination during pregnancy and the neonate's immune response. The impact of perinatal health care providers in the decision making.
Διδακτορική διατριβή
Συγγραφέας
Τάσκου, Χρυσούλα
Ημερομηνία
2024-03-06Επιβλέπων
AVRAMIOTI LYKERIDOU, AIKATERINIΛέξεις-κλειδιά
Ιός της Γρίπης ; Αντιγριπικό εμβόλιο ; Ανοσοποίηση ; Κύηση ; ΝεογνόΠερίληψη
Εισαγωγή: Η ανοσοποίηση κατά τη διάρκεια της κύησης αποτελεί σημαντική πτυχή
της περιγεννητικής φροντίδας. Ειδικοί πληθυσμοί, όπως οι έγκυες γυναίκες, είναι
ιδιαίτερα ευάλωτοι σε μολυσματικές ασθένειες εξαιτίας
των αλλαγών στο ανοσολογικό, αναπνευστικό και καρδιαγγειακό σύστημα κατά τη
διάρκεια της κύησης. Παρά το γεγονός ότι το εμβόλιο της γρίπης είναι αποδεδειγμένα
ασφαλές κατά τη συγκεκριμένη περίοδο, τα ποσοστά εμβολιασμού παραμένουν
χαμηλά. Σύμφωνα με προηγούμενες μελέτες η νόσηση από τον ιό της γρίπης κατά τη
διάρκεια της περιγεννητικής περιόδου, σχετίζεται με αρνητικές επιπλοκές τόσο για την
κύηση όσο και για την ίδια την έγκυο.
Για το λόγο αυτό, τα δεδομένα εμβολιασμού στο συγκεκριμένο πληθυσμό είναι ζωτικής
σημασίας. Όλες οι έγκυες γυναίκες και οι γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας θα πρέπει
να λαμβάνουν το αδρανοποιημένο εμβόλιο της γρίπης, ανεξάρτητα από το στάδιο της
κύησης, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ).
Ερευνητικά δεδομένα υποδεικνύουν ότι ένας από τους λόγους χαμηλού ποσοστού
εμβολιασμού μεταξύ των εγκύων γυναικών είναι ότι δεν λαμβάνουν σαφή σύσταση
από τους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης.
Σκοπός – Υλικά και Μέθοδοί: Στο πρώτο στάδιο της παρούσας έρευνας ο στόχος ήταν
να καταγραφούν οι γνώσεις και οι στάσεις σχετικά με τον αντιγριπικό εμβολιασμό και
να διερευνηθεί η σύσταση του εμβολιασμού από τους επαγγελματίες υγείας κατά την
περιγεννητική περίοδο. Διεξήχθη συγχρονική μελέτη με δειγματοληψία ευκολίας και
τη χρήση ερωτηματολογίου κατά τη περίοδο Νοεμβρίου του 2020 έως τον Ιανουάριο
του 2021 στην Αθήνα. Το δείγμα περιελάμβανε συνολικά 240 επαγγελματίες
περιγεννητικής υγείας (Μαίες-Μαιευτές, Μαιευτήρες-Γυναικολόγοι και Παιδίατροι).
Τα δεδομένα συλλέχθηκαν χρησιμοποιώντας ένα κατάλληλο τυποποιημένο
ερωτηματολόγιο. Στο πρώτο τμήμα οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να απαντήσουν σε
ερωτήσεις δημογραφικού ενδιαφέροντος, το δεύτερο τμήμα περιελάμβανε ερωτήσεις
που αφορούσαν τη στάση απέναντι στον αντιγριπικό εμβολιασμό, τη γνώση σχετικά με
τον ιό της γρίπης και τον εμβολιασμό κατά την κύηση. Η ανάλυση των δεδομένων έγινε
με τη χρήση στατιστικού πακέτου IBM SPSS‐Statistics έκδοση 26.0.
Η παρούσα έρευνα μελέτησε το επίπεδο γνώσεων των επαγγελματιών υγείας σε θέματα
που αφορούν τη γρίπη και τον εμβολιασμό. Επιπλέον, προσδιόρισε τους λόγους των
χαμηλών ποσοστών της εμβολιαστικής τους κάλυψης συμπεριλαμβανομένου ενός
ευρέος φάσματος παρανοήσεων ή έλλειψης γνώσης σχετικά με τη νόσηση από τον ιό
και τον εμβολιασμό, καθώς και το πόσο αυτό μπορεί να επηρεάσει τη σύσταση
εμβολιασμού κατά τη διάρκεια της κύησης.
Στο δεύτερο στάδιο της έρευνας στόχος αποτέλεσε ο προσδιορισμός των παραγόντων
που επηρεάζουν την παρουσία αντισωμάτων στο αίμα του νεογνού μετά τον
εμβολιασμό των μητέρων κατά την κύηση.
Η έρευνα διεξήχθη με δειγματοληψία ευκολίας την περίοδο Δεκέμβριος του 2020 έως
Αύγουστο του 2022, στην Αθήνα. Το δείγμα αποτέλεσαν 78 γυναίκες που έλαβαν το
τετραδύναμο αδρανοποιημένο αντιγριπικό εμβόλιο κατά τη διάρκεια της κύησης. Τα
δεδομένα συλλέχθηκαν χρησιμοποιώντας ένα κατάλληλο τυποποιημένο
ερωτηματολόγιο αποτελούμενο από ερωτήσεις σχετικά με τα δημογραφικά στοιχεία
των γυναικών, το μαιευτικό ιστορικό, τις στάσεις απέναντι στον αντιγριπικό
Διδακτορική διατριβή Χρυσούλα Τάσκου, Μαία MSc
- 11 -
εμβολιασμό και τις γνώσεις σχετικά με τον ιό της γρίπης και τον εμβολιασμό κατά τη
διάρκεια της κύησης. Στη συνέχεια, συλλέχθηκαν δείγματα περιφερικού αίματος από
83 νεογνά ώστε να αξιολογηθεί η παρουσία αντισωμάτων IgG του ιού της γρίπης.
Πέντε από τις 78 γυναίκες που συμμετείχαν στην έρευνα είχαν δίδυμες κυήσεις. Οι
οροί του αίματος των νεογνών υποβλήθηκαν σε ποιοτική ανάλυση για την παρουσία
αντισωμάτων κατηγορίας IgG κατά του ιού της γρίπης Α και του ιού της γρίπης Β
χρησιμοποιώντας δύο εμπορικά διαθέσιμες συνδεδεμένες με ένζυμα
ανοσοπροσροφητικές δοκιμές (ELISAs), ακολουθώντας τις σχετικές οδηγίες χρήσης
(IFU) που παρέχονται από τον κατασκευαστή. Εν συνεχεία, η ανάλυση των δεδομένων
έγινε με τη χρήση στατιστικού πακέτου IBM SPSS‐Statistics έκδοση 26.0.
Αποτελέσματα: Τα αποτελέσματα της έρευνας επιβεβαίωσαν ότι το μεγαλύτερο
ποσοστό των νεογνών είχαν θετικά αντισώματα κατά της γρίπης Α (79.5%) και Β
(72.3%) μετά από τη μητρική ανοσοποίηση. Επιπλέον, η πλειονότητα των νεογνών
(60,2%) έδειξε θετικότητα και για τη γρίπη Α και Β, ενώ μόνο 3 νεογνά (0,04%)
βρέθηκαν αρνητικά και για τη γρίπη Α και Β. Τα ευρήματα αποκάλυψαν σημαντικά
υψηλότερο επιπολασμό θετικών αποτελεσμάτων για τα αντισώματα της γρίπης Α στα
νεογνά που γεννήθηκαν μεταξύ 37ης και 42ης εβδομάδας κύησης (p = 0,021), καθώς
και μεταξύ γυναικών που εμβολιάστηκαν κατά το δεύτερο τρίμηνο της κύησης (p =
0,041). Επιπλέον, παρατηρήθηκε μια στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ του
χρόνου που μεσολάβησε μεταξύ του εμβολιασμού και της δειγματοληψίας με την
παρουσία των αντισωμάτων στον ορό του αίματος των νεογνών κατά της γρίπης Β. Πιο
συγκεκριμένα, το μέρος του δείγματος που βρέθηκε θετικό για αντισώματα γρίπης Β
είχε καταγράψει μικρότερο χρονικό διάστημα μεταξύ του εμβολιασμού και της
δειγματοληψίας.
Συμπεράσματα: Η παρούσα έρευνα αναγνώρισε τις αιτίες για τα χαμηλά ποσοστά
εμβολιασμού των παρόχων υπηρεσιών υγείας συμπεριλαμβαλομένων των
παρανοήσεων ή της ελλειψης γνώσεων για τη νόσηση από τον ιό της γρίπης καθώς και
για τον αντιγριπικό εμβολιασμό. Επιπρόσθετα, στη μελέτη μας επιβεβαιώθηκε η
παρουσία αντισωμάτων στα νεογνά μετά από τη μητρική ανοσοποίηση καθώς και
ανιχνεύθηκαν και παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν την διαπλακουντιακή
μεταφορά. Τα αποτελέσματα της έρευνας θα μπορούσαν να βοηθήσουν τους
επαγγελματίες υγείας να δώσουν τις σωστές συστάσεις σχετικά με τον αντιγριπικό
εμβολιασμό κατά τη διάρκεια της κύησης καθώς και να βοηθήσουν τις μέλλουσες
μητέρες να προσδιορίσουν τα πλεονεκτήματα του εμβολιασμού. Η συνεχής
επαγγελματική εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας είναι απαραίτητη για τη
βελτίωση του επιπέδου γνώσης, την πρόληψη αρνητικών πεποιθήσεων και την
προώθηση προληπτικών και θεραπευτικών πρακτικών.
Περίληψη
Introduction: Ιmmunization during pregnancy is an important aspect of perinatal care.
Special populations, such as pregnant women, are particularly vulnerable to infectious
diseases due to changes in the immune, respiratory, and cardiovascular systems during
pregnancy. Although the influenza vaccine during pregnancy is safe, vaccination rates
remain low. According to previous studies Influenza infections during the perinatal
period have been associated with more severe maternal and perinatal outcomes. For this
reason, vaccination data in this population are crucial. According to the World Health
Organization (WHO), all pregnant women and those of childbearing age should receive
the inactivated influenza vaccine, irrespective of their pregnancy stage. Research data
suggests that one of the reasons for low vaccination rates among pregnant women is
that they do not receive a clear recommendation from health care providers.
Aim – Material & Methods: In the first stage of the present research, the aim was to
record knowledge and attitudes about influenza vaccination and to investigate the
recommendation of vaccination by health professionals during the perinatal period. A
cross-sectional survey was conducted from November 2020 to January 2021 in Athens.
A total of 240 health professionals attended the study from different scientific fields,
e.g., midwives, obstetricians–gynecologists, and pediatricians. Data were collected
using an appropriate standardized questionnaire with information about demographics,
attitudes towards influenza vaccination, and knowledge about the influenza virus and
peripartum vaccination. Statistical analysis was conducted using IBM SPSS-Statistics
version 26.0.
The current research studies the level of knowledge and attitudes of healthcare
professionals regarding influenza and perinatal influenza vaccination. Also, this study
identifies the reasons for the lack of vaccine uptake including a wide range of
misconceptions or lack of knowledge about influenza infection and how this may
influence vaccination recommendations during pregnancy.
The second part of this study aimed to elucidate factors influencing neonatal antibody
presence following maternal influenza vaccination. Conducted from December 1, 2020
and August 31, 2022, through convenience sampling in Athens, the study involved 78
pregnant women who received flu vaccination. Participants completed questionnaires
covering demographics, obstetric history, attitudes toward influenza vaccination, and
knowledge about the influenza virus and pregnancy vaccination. Blood samples were
collected from 83 neonates to assess IgG antibody presence. Five of the surveyed
women had twin pregnancies. Using two commercially available enzyme-linked
immunosorbent tests (ELISAs), the sera were qualitatively analyzed for the presence of
IgG class antibodies against Influenza Virus A and Influenza Virus B. The relevant
instructions for use (IFUs) were provided by the vendor. IBM SPSS-Statistics version
26.0 was used for the statistical analysis.
Results: The study revealed the presence of positive influenza A (79.5%) and B
(72.3%) antibodies in neonates following maternal immunization. Furthermore, the
majority of neonates (60.2%) demonstrated positivity for both influenza A and B, while
merely 3 neonates (0.04%) tested negative for both influenza A and B. In addition, our
findings revealed a notably higher prevalence of positive results for influenza A
antibodies within the neonates born between the 37th and 42nd week of gestation (p =
0.021), as well as among women vaccinated during the second trimester of pregnancy
(p = 0.041). Furthermore, we observed a statistically significant correlation between the
duration between vaccination and blood sampling and the presence of antibodies
Διδακτορική διατριβή Χρυσούλα Τάσκου, Μαία MSc
- 13 -
against influenza B. Participants who tested positive for influenza B antibodies
exhibited a significantly shorter period between vaccination and blood sampling.
Conclusion: This research identified the reasons for the lack of vaccine uptake among
health care providers including misconceptions or lack of knowledge about influenza
virus and influenza vaccination. In addition, our study revealed the presence of
antibodies in neonates after maternal immunization. Furthermore, it identified factors
that influenced the transfer of antibodies from mother to fetus. In conclusion, these
findings offer valuable insights for healthcare professionals to provide informed
recommendations on influenza vaccination during pregnancy and empower expectant
mothers to make informed decisions about the benefits of immunization. Continuing
professional education for health professionals is necessary to improve the level of
knowledge, prevent negative beliefs, and promote preventive and therapeutic practices.