Εμφάνιση απλής εγγραφής

Η ψηφιακή αφήγηση και τα οφέλη της στην ανάπτυξη του λεξιλογίου στα παιδιά της νηπιακής ηλικίας (4-7 ετών) στο νηπιαγωγείο

dc.contributor.advisorΜακρή, Αικατερίνη
dc.contributor.authorΤριανταφυλλίδου, Δεσποινα
dc.date.accessioned2021-10-21T11:56:18Z
dc.date.available2021-10-21T11:56:18Z
dc.date.issued2021-09-20
dc.identifier.urihttps://polynoe.lib.uniwa.gr/xmlui/handle/11400/1403
dc.identifier.urihttp://dx.doi.org/10.26265/polynoe-1254
dc.descriptionΔιπλωματική εργασίαel
dc.description.abstractΟι ψηφιακές αφηγήσεις παρουσιάζονται ως καινοτόμες στρατηγικές μάθησης, οι οποίες καθιστούν δυνατή την αλλαγή του μονόδρομου εκπαιδευτικού μοντέλου σε πολυκατευθυντικό και το πεδίο της διδακτικής, διεγείροντας τις μαθησιακές διαδικασίες από μια λογική τύπου συστημικής ενεργοποίησης της οπτικής, ακουστικής, αισθητηριακής, κάνοντας το βήμα από μια διαδικασία απομνημόνευσης προς την αφομοίωση, την κατανόηση και τη μεταφορά της γνώσης προς τη μάθηση σε πραγματικά πλαίσια. Η υπόθεση της αφήγησης αποτελεί έκφραση ψηφιακών αφηγήσεων, η οποία νοείται ως σύστημα οπτικών και ηχητικών γλωσσών που επιτρέπουν την υπερκειμενική πλοήγηση, η οποία στην περίπτωση της εκπαίδευσης παρουσιάζεται ως τέχνη αφήγησης, η οποία καθιστά δυνατή τη δημιουργία δυναμικής, αισθητηριακής και ανοιχτής εκπαίδευση, η οποία προτείνει μεθόδους ενεργητικής μάθησης, συνδημιουργίας και οικοδόμησης της γνώσης με συλλογικό τρόπο. Κύριος σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν να περιγραφούν και να αναλυθούν ποιοτικά οι εμπειρίες που αποκτήθηκαν από την έρευνα. Να αποτυπωθούν ,επίσης τα οφέλη της από την εκπαιδευτική χρήση της ψηφιακής αφήγησης μια ιστορίας σε σύγκριση με μια παραδοσιακή αφήγηση μέσα από ερωτήσεις ανοιχτού τύπου. Όλα αυτά έχουν διερευνηθεί και καταγραφεί μέσα από τη βιντεοσκόπηση και τη μαγνητοφώνηση .Τα δεδομένα που έχουν συλλεχθεί ,έχουν διαβαστεί πολλές φορές και έχουν επεξεργαστεί έτσι ώστε να εξαχθούν τα συμπεράσματα. Στην πρώτη φάση περιλαμβάνεται η ανάγνωση μιας ιστορίας ,η γνωστή σε όλους αφήγηση. Έπειτα τα παιδιά κλήθηκαν μέσω ατομικών συνεντεύξεων να απαντήσουν σε ανοιχτές ερωτήσεις . Στη διαδικασία των συνεντεύξεων το κάθε παιδί απαντούσε σε ανοιχτές ερωτήσεις ,εάν επιθυμούσε ,σε ένα χώρο μακριά από τους φίλους και συμμαθητές προς αποφυγή αναπαραγωγής των ίδιων απαντήσεων .Έπειτα πραγματοποιήθηκαν οι ακόλουθες δραστηριότητες στην ολομέλεια της ομάδας όπως: α)ζωγραφική :δόθηκε η οδηγία από την ερευνήτρια-εκπαιδευτικό της τάξης να ζωγραφίσουν τους ήρωες, τις ηρωίδες της ιστορίας ή κάτι που τους άρεσε πολύ, β)κατασκευές: η δεύτερη οδηγία ήταν να αποτυπώσουν κάποιο στιγμιότυπο του παραμυθιού με υλικά χειροτεχνίας π.χ. να κατασκευάσουν με πλαστελίνη κάτι που τους άρεσε πολύ ή τους έκανε εντύπωση, να ζωγραφίσουν κ.α. που θα προκύψουν από την ομάδα. Τα παραγόμενα των μαθητών ενσωματώθηκαν στην ψηφιακή αφήγηση. Η δεύτερη φάση περιλάμβανε τη ψηφιακή αφήγηση όπου τα παιδιά παρακολούθησαν στο διαδραστικό πίνακα. Ο ερευνητής εκπαιδευτικός έχει βιντεοσκοπήσει και μαγνητοφωνήσει την όλη διαδικασία και στις δύο φάσεις .Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε η δεύτερη φάση ατομικών συνεντεύξεων ,με ερωτήσεις ανοιχτού τύπου. Στη τελική φάση έχουν συγκριθεί οι απαντήσει του κάθε παιδιού, η πρώτη με τη δεύτερη συνέντευξη.. Τα ερευνητικά ερωτήματα της παρούσας εργασίας ήταν: α) Ποια ήταν η επίδραση της ψηφιακής ιστορίας στην ανάπτυξη του λεξιλογίου των νηπίων της ψηφιακής ιστορίας; β) Ποια η συμβολή της χρήσης της ψηφιακής ιστορίας στην κατανόηση των βασικών στοιχείων της ιστορίας; Στο πρώτο ερευνητικό ερώτημα χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος των συνεντεύξεων. Η ερευνήτρια πήρε συνέντευξη από τα νήπια των τριών τμημάτων του νηπιαγωγείου .Ενώ στο νηπιαγωγείο φοιτούσαν εβδομήντα πέντε νήπια αλλά λόγω του covid19 πήγαιναν πολύ λιγότερα. Το δείγμα αποτέλεσαν σαράντα έξι(46) νήπια από τα τρία τμήματα. Στο δεύτερο ερευνητικό ερώτημα συμμετείχαν τα ίδια παιδιά με το πρώτο, σαράντα έξι στον αριθμό(46). Σε αυτό το ερώτημα χρησιμοποίησε η ερευνήτρια-εκπαιδευτικός τις συνεντεύξεις σε συνδυασμό με τα πρωτότυπα έργα των νηπίων , τις ζωγραφιές τους. Σε κάθε φάση αποτύπωναν αυτά που ήθελαν σε χαρτί Α4, σε ζωγραφιά ,οπότε η ερευνήτρια κρατούσε ημερολόγιο σε συνδυασμό με τις συνεντεύξεις ,παρατηρήσεις και τις σημειώσεις που κρατούσε πάνω σε αυτές . Όπως φαίνεται από τα παραπάνω δεδομένα η έρευνα είχε χωριστεί σε δύο φάσεις .Καθόλη τη διάρκεια της έρευνας είχε κρατηθεί ημερολόγιο σε συνδυασμό με την ψηφιακή καταγραφή , με τη χρήση ταμπλέτας που διαθέτει η σχολική μονάδα. Επίσης τα ευρήματα της έρευνας αυτής ήταν πολλά και διαφορετικά σε μερικές περιπτώσεις, από τα αναμενόμενα λόγω του εγκλεισμού, της τηλεκπαίδευσης και των τηλεμαθημάτων .Ενώ στην πρώτη συνέντευξη στις περισσότερες περιπτώσεις χρειάστηκε η ερευνήτρια να κάνει κατευθυντήριες ερωτήσεις προκειμένου να απαντήσουν τα νήπια, στην δεύτερη συνέντευξη μετά την διαδραστική ιστορία, τα παιδιά με την ερώτηση «τι έλεγε η ιστορία», ξεκινούσαν να απαντούν αμέσως και έδιναν ολοκληρωμένες απαντήσεις. Ακόμη και εκείνα τα παιδιά που στην πρώτη συνέντευξη έδωσαν μια ανεπαρκή απάντηση, φαίνεται ότι μετά την παρουσίαση της διαδραστικής ιστορίας ανέπτυξαν τον λόγο τους και τις απαντήσεις τους. Όσο αναφορά το δεύτερο ερευνητικό ερώτημα τόσο από τις ζωγραφιές των παιδιών όσο και από τις απαντήσεις φαίνεται ξεκάθαρα ότι τα παιδιά μετά την παρουσίαση της διαδραστικής ιστορίας συμμετείχαν παραπάνω τόσο με τον διάλογο όσο και με τις ζωγραφιές. Γίνεται κατανοητό με την αποτύπωση των στιγμιότυπων της ιστορίας, ότι έχουν καταλάβει ποιος είναι ο βασικός ήρωας αλλά και τι συνέβει στην ιστορία. Η διαδραστική ιστορία κράτησε το ενδιαφέρον τους αμείωτο. Σαν προέκταση της έρευνας μπορεί να προταθεί να πραγματοποιηθεί στα παιδιά της Ά δημοτικού για να υπάρξει μεγαλύτερο δείγμα και να προστεθεί και την ηλικία έξι με επτά(6-7). Επίσης οι γονείς είχαν ενημερωθεί για τις δραστηριότητες και την ερευνητική αποστολή και είχαν δώσει την συγκατάθεσή τους .Είχε γίνει μια αρχική συζήτηση με τα παιδιά για το τι θα συμβεί , πως και με ποιο τρόπο συμμετέχουν όποτε αυτά θελήσουν ,αν τους αρέσει και είχαν δοθεί αποστολές-αρμοδιότητες ή αλλιώς ρόλοι στα παιδιά όπως αυτή του παιδιού-σκηνοθέτη και του παιδιού-ρεπόρτερ και άλλες για να έχει η έρευνα παιγνιώδη χαρακτήρα.el
dc.format.extent97el
dc.language.isoelel
dc.publisherΠανεπιστήμιο Δυτικής Αττικήςel
dc.publisherΕθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνώνel
dc.publisherΑνώτατη Σχολή Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε.)el
dc.rightsΑναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές*
dc.rightsAttribution-NonCommercial-NoDerivatives 4.0 Διεθνές*
dc.rightsAttribution-NonCommercial-NoDerivatives 4.0 Διεθνές*
dc.rights.urihttp://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/*
dc.subjectΨηφιακή αφήγησηel
dc.subjectΠροσχολική ηλικίαel
dc.subjectΨηφιακά βιβλίαel
dc.subjectΕνσυναίσθησηel
dc.titleΗ ψηφιακή αφήγηση και τα οφέλη της στην ανάπτυξη του λεξιλογίου στα παιδιά της νηπιακής ηλικίας (4-7 ετών) στο νηπιαγωγείοel
dc.title.alternativeDigital storytelling and its benefits in vocabulary development in infants (4-7 years) in kindergartenel
dc.typeΜεταπτυχιακή διπλωματική εργασίαel
dc.contributor.committeeΑσλανίδου, Σοφία
dc.contributor.committeeΣιάκας, Σπυρίδων
dc.contributor.facultyΣχολή Μηχανικώνel
dc.contributor.departmentΤμήμα Μηχανικών Πληροφορικής και Υπολογιστώνel
dc.contributor.masterΨηφιακός Μετασχηματισμός και Εκπαιδευτική Πράξηel
dc.description.abstracttranslatedDigital narratives are considered as innovative learning strategies, which allow transition from the one-way educational model to an omni-directional one as well as in the field of teaching, stimulating learning processes from a perspective of the systemic activation of visual, auditory, sensory, memorization towards assimilation, understanding and transfer of knowledge to learning in real contexts. The story of the narration is an expression of digital narrative, which is understood as a system of visual and audio languages that allow navigation through the text, which in the case of education is presented as an art of narration, enables the creation of dynamic, sensory and open education and proposes methods of active learning, co-creation and knowledge building in a collective way. The main purpose of this research is to describe and qualitatively analyze the experiences gained from the research and capture the benefits of the educational use of digital storytelling compared to a traditional storytelling through open-ended questions. All the above have been investigated and recorded through videotaping and recording. The data that has been collected, has been studied thoroughly and have been processed in order to draw conclusions. The first phase involves reading a story, the well-known narration. The children were then asked through individual interviews to answer open-ended questions. Through the interview process, each child answered open-ended questions, if agreed, separately from friends and classmates to avoid reproducing the same answers. Then the following activities were performed in the group plenary such as: a) drawing: the researcher-teacher of the class was instructed to paint the heroes and heroines of the story or something they particularly liked b) crafts: the second instruction was to capture a snapshot of the fairy tale with handicraft materials e.g. to make with plasticine something they really liked or were impressed with, to draw etc. that will arise from the team. Student output was integrated into digital storytelling. The second phase included digital storytelling where the children watched on the interactive whiteboard. The research teacher has videotaped and recorded the whole process in both phases. Then the second phase of individual open-ended questions interviews took place. In the final phase, the first interview answers of each child have been compared with the second interview answers. The research questions of this paper were: a) What was the effect of the digital story on the development of toddlers' vocabulary? b) What is the contribution of the use of the digital story to the understanding of the basic elements of the plot? The first research question used the interview method. The researcher interviewed the infants of the three classes of the kindergarten. In the specific kindergarten there were seventy-five infants in total but due to covid19 much less toddlers had been attending classes. The sample consisted of forty six (46) toddlers from all classes. The second research question involved the same children as in the first, forty-six in number (46). In this question, the researcher-teacher used the interviews in combination with the original works of the infants, their drawings. In each phase, they drew what they chose on A4 paper, in a painting, so the researcher kept a diary in combination with the interviews, observations and notes she kept on them. As can be seen from the above data, the research was divided into two phases. Throughout the research, a diary was kept in combination with the digital recording, using the tablet of the school unit. Furthermore, the findings of this research were multiple and different in some cases than the expected ones due to inclusion, distance education and distance learning. While in the first interview in most cases the researcher had to ask guiding questions to facilitate the toddlers to answer, in the second interview after the interactive story, when asked the question "what was the story about", the toddlers started to answer immediately and gave complete answers. Even those children who gave an inadequate answer in the first interview, seem to have developed their speech after the presentation of the interactive story. Regarding the second research question, both from the children's drawings and from the answers, it is clear that, after the presentation of the interactive story, the children participated more through both the dialogue and the drawings. It is clear that by capturing the snapshots of the story they have understood who was the main character and the plot of the story. The interactive story has captured their attention. In addition to the research, it would be useful to conduct further research on children of the first class of Primary School, in order to obtain a larger control group of students of the age range of six to seven (6-7). Furthermore, the parents were aware of the activities and the research conducted and had consented to them. A first talk with the children had also been realized on the way in which they would participate, if and when they wished to, and there were roles and duties for the children like the ones of child-director and child-reporter and others in order to make the research playful and joyous.el


Αρχεία σε αυτό το τεκμήριο

Thumbnail
Thumbnail

Αυτό το τεκμήριο εμφανίζεται στις ακόλουθες συλλογές

Εμφάνιση απλής εγγραφής

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές
Εκτός από όπου επισημαίνεται κάτι διαφορετικό, το τεκμήριο διανέμεται με την ακόλουθη άδεια:
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές