Η διατροφική εκπαίδευση ατόμων με ψυχωσική εμπειρία που νοσηλεύονται σε ψυχιατρικό νοσοκομείο και ενοίκων στεγαστικής μονάδας ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, με στόχο την επίδραση στην αυτοεκτίμηση και στην ποιότητα της ζωής τους.
The effectiveness of a nutritional education program for people with psychotic experience of a state psychiatric hospital and tenants of an outpatient supportive rehabilitation unit, in self-esteem and quality of life.
Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία
Συγγραφέας
Τάσκου, Ειρήνη
Μούγιου, Σταυρούλα
Ημερομηνία
2022-10-06Επιβλέπων
Deli, ErmioniΛέξεις-κλειδιά
Ψυχική νόσος ; Ιδρυματοποίηση ; Ποιότητα ζωής ; Αυτοεκτίμηση ; Project ; Διατροφική εκπαίδευσηΠερίληψη
Εισαγωγή: Στο πλαίσιο μιας νέας εποχής, όπου οι έννοιες «αποϊδρυματοποίηση», «αποστιγματισμός», «συμπερίληψη» και «κοινωνία ίσων ευκαιριών σε όλους» έχουν κυρίαρχο ρόλο, επιβάλλεται να εφαρμοστούν εκπαιδευτικές δράσεις, που όχι μόνο θα δώσουν την ευκαιρία για ισότιμη πρόσβαση στα αγαθά της παιδείας, αλλά και θα συμβάλλουν στην ενσωμάτωση των ατόμων με ψυχωσική εμπειρία στην κοινωνία και στην πιθανή μετάβασή τους σε κοινοτικές δομές ψυχικής υγείας ή στο οικογενειακό τους περιβάλλον.
Σκοπός: Κύριος σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η διερεύνηση του ρόλου των εκπαιδευτικών δράσεων με βασικό άξονα αυτό της διατροφής σε συνδυασμό με την αξιοποίηση πολυαισθητηριακών μέσων στην ενίσχυση της αυτοεκτίμησης και στη βελτίωση της ποιότητας της ζωής ατόμων ψυχικά νοσούντων, που διαμένουν σε ενδονοσοκομειακές ή κοινοτικές δομές ψυχικής υγείας.
Μέθοδος: Η ερευνητική μέθοδος που επιλέχθηκε από την ερευνητική ομάδα για την παρούσα μελέτη είναι η «έρευνα δράσης», η εφαρμογή της οποίας έγινε σε ένα άτυπο περιβάλλον μάθησης, όπως αυτό των δομών ψυχικής υγείας. Ακολουθήθηκαν τα βασικά βήματα της έρευνας δράσης, όπως ο σχεδιασμός δράσεων, η εφαρμογή αυτών, η παρατήρηση και ο αναστοχασμός - αξιολόγηση, ενώ παράλληλα αξιοποιήθηκαν οι αρχές του project με έμφαση στον συμμετοχικό, συνεργατικό, βιωματικό και πολυαισθητηριακό χαρακτήρα των δράσεων και οι αρχές του καθολικού σχεδιασμού μάθησης. Στο πλαίσιο της διεξαγωγής αυτής της ερευνητικής δράσης αξιοποιήθηκαν τα εξής ερευνητικά εργαλεία: ερωτηματολόγια (σταθμισμένα και μη), ημιδομημένη συνέντευξη, ημερολόγιο αναστοχασμού και παρατήρηση. Η συλλογή των δεδομένων από τα προαναφερθέντα ερευνητικά εργαλεία πραγματοποιήθηκε σε δύο δομές ψυχικής υγείας στην Αττική (ενδονοσοκομειακή και κοινοτική) και έγινε στατιστική ανάλυση αυτών με την αξιοποίηση του στατιστικού εργαλείου Statistical Package for the Social Science (SPSS). Συγκεκριμένα, έγιναν περιγραφικές αναλύσεις για το σύνολο των στοιχείων του δείγματος, ενώ για την διερεύνηση των διαφορών στη λειτουργικότητα, στην αυτοεκτίμηση και στην ποιότητα ζωής των εκπαιδευομένων πριν και μετά το πέρας των εκπαιδευτικών δράσεων χρησιμοποιήθηκε ο έλεγχος t-test εξαρτημένων δειγμάτων.
Αποτελέσματα: Το δείγμα αποτελείτο από 19 άτομα με ψυχική νόσο (σχιζοφρένεια), εκ των οποίων τα 12 νοσηλεύονται στο (Ψ.Ν.Α) Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής «Δρομοκαΐτειο» και τα 7 σε κοινοτική στεγαστική δομή (ξενώνας) αυτού στη Μεταμόρφωση. Η μέση ηλικία των χρόνιων αυτών ασθενών είναι τα 53 έτη, με τον μικρότερο να είναι στην ηλικία των 22 ετών ενώ ο μεγαλύτερος 74 ετών. Επιπλέον, το 53% των ατόμων του δείγματος είναι άνδρες και το 47% είναι γυναίκες με μέσο όρο συνολικών ετών νοσηλείας τα 13 έτη. Όσον αφορά στα επίπεδα αυτοεκτίμησης τους από την ανάλυση των δειγματικών δεδομένων προέκυψε ότι πριν την πραγματοποίηση των εκπαιδευτικών δράσεων ο μέσος όρος ήταν 28,15 ενώ μετά το πέρας αυτών 29,4, ποσοστά που φανερώνουν την χαμηλή αυτοεκτίμηση των ψυχικά νοσούντων. Ωστόσο είναι καταφανής η θετική επίδραση των εκπαιδευτικών δράσεων στην αυτοεκτίμηση του δείγματος. Στη συνέχεια, για τη λειτουργικότητα του δείγματος κατέστη φανερό πως ο μέσος όρος αυτής αρχικά ήταν 115,52 (κάτω δηλαδή από την τιμή 117 που δηλώνει τη μέση λειτουργικότητα) ενώ μετά την ολοκλήρωση των δράσεων ήταν 126,52 (πάνω δηλαδή από τη μέση λειτουργικότητα). Για την γενική ποιότητα ζωής και υγείας η ανάλυση των δειγματικών δεδομένων κατέδειξε ότι ο μέσος όρος πριν την υλοποίηση των εκπαιδευτικών δράσεων ήταν 11,26 ενώ μετά τη λήξη αυτών ήταν 12,1. Ανοδική τάση παρατηρήθηκε στη μέση τιμή σε όλους τους επιμέρους τομείς της ποιότητας ζωής, γεγονός που καταδεικνύει την ευεργετική επίδραση της εκπαιδευτικής παρέμβασης: στην φυσική υγεία η μέση τιμή από 11,92 ανέβηκε 13,14, στην ψυχολογική υγεία από 10,98 στους 12,07 και στις κοινωνικές σχέσεις από 9,89 στους 10,31, ενώ ως προς το περιβάλλον η διαφορά δεν ήταν στατιστικά σημαντική (από 13,15 στους 13,23).
Συμπεράσματα: Οι πολυαισθητηριακές, βιωματικές και συνεργατικές δράσεις εκπαιδευτικού περιεχομένου συντελούν στην αύξηση της αυτοεκτίμησης των ψυχικά νοσούντων, ενισχύοντας την ψυχοκοινωνική λειτουργικότητά τους και την διάθεσή τους για αυτοφροντίδα, κοινωνική αλληλεπίδραση και επικοινωνία, ενώ ταυτόχρονα επιδρούν θετικά στην ποιότητα ζωής τους για τη μελλοντική μετάβασή τους σε κοινοτικές δομές ψυχικής υγείας ή στο οικογενειακό τους περιβάλλον στο πλαίσιο της ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης. Ως εκ τούτου είναι ανάγκη να υπάρξει κρατική μέριμνα ως προς τον σχεδιασμό, τη συστηματική μεθόδευση και υλοποίηση κατάλληλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων σε ψυχιατρικές δομές με στόχο την ενσωμάτωση των ατόμων με ψυχική νόσο στην κοινωνία.
Περίληψη
Introduction: In the context of a new era, where the concepts of «deinstitutionalization», «destigmatization», «inclusion» and «society of equal opportunities for all» have a dominant role, it is necessary to implement educational activities, which will not only provide the opportunity for equal access in the educational benefits, but will also contribute to the integration of people with psychotic experience into society and to their possible transition to community mental health facilities or to their family environment.
Purpose: The main purpose of this research is to investigate the role of educational activities with a main focus on nutrition, in combination with the use of multi-sensory media in enhancing self-esteem and improving the quality of life of mentally ill individuals who reside in hospital or community facilities of mental health.
Method: The research method chosen by the research team for the present study is «action research», which was implemented in an informal learning environment, such as that of mental health facilities. The basic steps of action research were followed, such as the planning of actions, their implementation, observation and reflection - evaluation, while at the same time the principles of the project were utilized with an emphasis on the participatory, collaborative, experiential and multisensory nature of the activities and the principles of the universal learning design. In the context of this research project, the following research tools were used: questionnaires (standardized or not), semi-structured interviews, reflection diary and observation. The collection of data from the aforementioned research tools was carried out in two mental health facilities in Attica (hospital and community) and the statistical analysis was performed by using the Statistical Package for the Social Science (SPSS) program. Specifically, descriptive analysis was made for all the elements of the sample, while to investigate the differences in the function, self-esteem and quality of life of the trainees before and after the end of the training activities, the t-test of dependent samples was used.
Results: The sample consisted of 19 people with mental illness (schizophrenia), of which 12 are hospitalized in the Attica Psychiatric Hospital «Dromokaiteio» and 7 in one of its community housing hostel, in Metamorfosi. The average age of these chronic patients is 53 years, with the youngest being 22 years old and the oldest 74 years old. In addition, 53% of the subjects in the sample are men and 47% are women, with an average total of hospitalization of 13 years. Regarding their self-esteem levels, from the analysis of the sample data, it emerged that before the implementation of the educational activities the average was 28.15, while after the end of them it was 29.4, percentages that reveal the low self-esteem of the mentally ill. However, the positive effect of educational activities on the self-esteem of the sample is evident. Then, regarding the functionality of the sample, it became clear that its average initially was 115.52 (i.e. below the value of 117 which indicates the average functionality) while after the completion of the activities it was 126.52 (i.e. above the average functionality). For the general quality of life and health, the analysis of the sample data showed that the average before the implementation of the educational activities was 11.26, while after the end it was 12.1. An upward trend was observed in the mean value in all individual domains of quality of life, which demonstrates the beneficial effect of the educational intervention: in physical health the mean value rose from 11.92 to 13.14, in psychological health from 10.98 to 12.07 and in social relations from 9.89 to 10.31, while regarding the environment the difference was not statistically significant (from 13.15 to 13.23).
Discussion: Multisensory, experiential and collaborative educational activities contribute to increasing the self-esteem of the mentally ill, strengthening their psychosocial functionality and their disposition for self-care, social interaction and communication, while at the same time positively affecting their quality of life for their future transition in community mental health facilities or in their family environment, in the context of psychosocial rehabilitation. Therefore, there is a need for state care in terms of the planning, systematic methodology and implementation of appropriate educational programs in psychiatric facilities with the purpose of integrating people with mental illness into society.